BMP είναι μια ασυμπίεστη εικόνα τύπου αρχείου που σχεδιάστηκε από τη Microsoft και χρησιμοποιείται κυρίως στα Windows. Τα χρώματα αντιπροσωπεύονται με 1,4 ή 8 δυαδικά ψηφία, αν και ο τύπος υποστηρίζει επίσης περισσότερα. Επειδή δεν είναι συμπιεσμένη και τα αρχεία είναι μεγάλα, δεν είναι πολύ κατάλληλη για χρήση στο διαδίκτυο.
CMYK είναι ένα χρωματικό πρότυπο που έχει συστατικά για κυανό, ματζέντα, κίτρινο και μαύρο. Είναι ένα αφαιρετικό χρωματικό μοντέλο και αυτό είναι σημαντικό όταν τυπώνεται μια εικόνα. Είναι συμπληρωματικό στο χρωματικό πρότυπο RGB.
Οι τιμές των ατομικών χρωμάτων ποικίλλουν από 0% μέχρι 100%, όπου 0% αντιστοιχεί σε ένα ανεκτύπωτο χρώμα και 100% αντιστοιχεί σε μια πλήρως εκτυπωμένη περιοχή χρώματος. Τα χρώματα σχηματίζονται από την ανάμιξη των τριών βασικών χρωμάτων.
Η τελευταία από αυτές τις τιμές, K(μαύρο), δεν συνεισφέρει στο χρώμα, αλλά χρησιμεύει μόνο για να σκοτεινιάσει τα άλλα χρώματα. Το γράμμα K χρησιμοποιείται για το μαύρο για την αποφυγή σύγχυσης, μιας και το B συνήθως αντιστοιχεί στο γαλάζιο.
Το GIMP δεν υποστηρίζει προς το παρόν το πρότυπο CMYK. (Ένα πειραματικό πρόσθετο που παρέχει υποτυπώδη υποστήριξη CMYK μπορεί να βρεθεί στο [ΠΡΟΣΘΕΤΟ-ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ].)
Αυτή είναι η κατάσταση που χρησιμοποιείται στην εκτύπωση. Αυτά είναι τα χρώματα των φυσιγγίων μελανιού στον εκτυπωτή σας. Είναι η κατάσταση που χρησιμοποιείται στη βάφή και σε όλα τα αντικείμενα γύρω μας, όπου το φως ανακλάται, δεν εκπέμπεται. Τα αντικείμενα απορροφούν μέρος των φωτεινών κυμάτων και βλέπουμε μόνο το ανακλώμενο κομμάτι. Σημειώστε ότι τα κωνία στα μάτια μας βλέπουν αυτό το ανακλώμενο φως σε κατάσταση RGB. Ένα αντικείμενο εμφανίζεται κόκκινο επειδή το πράσινο και το γαλάζιο έχουν απορροφηθεί. Αφού ο συνδυασμός του πράσινου και του γαλάζιου είναι κυανό, το κυανό απορροφάται όταν προσθέτετε κόκκινο. Αντίθετα, εάν προσθέτετε κυανό, το συμπληρωματικό του χρώμα, το κόκκινο απορροφάται. Αυτό το σύστημα είναι αφαιρετικό. Εάν προσθέσετε κίτρινο, μειώνετε το γαλάζιο και εάν προσθέσετε ματζέντα, μειώνετε το πράσινο.
Θα ήταν λογικό να σκεφτείτε ότι ανακατεύοντας κυανό, ματζέντα και κίτρινο θα αφαιρούσε κόκκινο, πράσινο και γαλάζιο και ότι το μάτι δεν θα έβλεπε καθόλου φως, δηλαδή, μαύρο. Αλλά η ερώτηση είναι πιο σύνθετη. Στην πραγματικότητα, θα βλέπατε ένα σκούρο καφέ. Γι' αυτό αυτή η κατάσταση έχει επίσης μια μαύρη τιμή και ο εκτυπωτής σας ένα μαύρο φυσίγγιο. Είναι λιγότερο δαπανηρό έτσι. Ο εκτυπωτής δεν έχει να αναμίξει τα άλλα τρία χρώματα για να δημιουργήσει ένα ατελές μαύρο, απλά προσθέτει μαύρο.
Ανταλλάξιμος τύπος αρχείου εικόνας (επίσημη συντόμευση Exif, όχι EXIF) είναι μια προδιαγραφή για τύπο αρχείου εικόνας που χρησιμοποιείται στις ψηφιακές κάμερες. Δημιουργήθηκε από την Japan Electronic Industry Development Association (JEIDA). Η προδιαγραφή χρησιμοποιεί τους υπάρχοντες τύπους αρχείων JPEG, TIFF Rev. 6.0 και RIFF WAVE, με την προσθήκη ειδικών ετικετών μεταδεδομένων. Δεν υποστηρίζεται στο JPEG 2000 ή PNG. Η έκδοση 2.1 της προδιαγραφής χρονολογείται 12 Ιουνίου 1998 και η έκδοση 2.2 χρονολογείται τον Απρίλιο του 2002. Η δομή της ετικέτας Exif πάρθηκε από τη δομή των αρχείων TIFF. Υπάρχει μια μεγάλη αλληλοεπικάλυψη μεταξύ των ετικετών που ορίζονται στα πρότυπα TIFF, Exif, TIFF/EP και DCF [WKPD-EXIF].
Το GIF™ αντιστοιχεί σε Graphics Interchange Format (τύπος ανταλλαγής γραφικών). Είναι ένας τύπος αρχείου με καλή, συμπίεση χωρίς απώλειες για εικόνες με χαμηλό χρωματικό βάθος (μέχρι 256 χρώματα ανά εικόνα). Από την ανάπτυξη του GIF, ένας νέος τύπος που λέγεται Portable Network Graphics (PNG)αναπτύχθηκε, που είναι καλύτερος από το GIF σε όλα, με την εξαίρεση τα κινούμενα σχέδια και μερικά σπάνια χρησιμοποιούμενα χαρακτηριστικά.
Το GIF εισήχθη το 1987 από την CompuServe. Έγινε δημοφιλές κυρίως λόγω της αποτελεσματικής συμπίεσης LZW. Το μέγεθος των αρχείων της εικόνας απαιτούσε σαφώς λιγότερο χώρο δίσκου από άλλους συνηθισμένους γραφικούς τύπους της εποχής, όπως PCX ή MacPaint. Ακόμα και μεγάλες εικόνες μπορούσαν να μεταδοθούν σε λογικό χρόνο, ακόμα και με αργά μόντεμ. Επιπρόσθετα, η πολιτική ελεύθερης αδειοδότησης της CompuServe έκανε δυνατό για κάθε προγραμματιστή να υποστηρίξει τον τύπο GIF για τις δικές του εφαρμογές χωρίς κόστος, εφόσον η σημείωση δικαιωμάτων της CompuServe επισυναπτόταν.
Τα χρώματα στο GIF αποθηκεύονται σε έναν πίνακα χρωμάτων που μπορεί να έχει 256 διαφορετικές εισόδους, επιλεγμένες από 16,7 εκατομμύρια διαφορετικές τιμές χρώματος. Όταν ο τύπος της εικόνας εισήχθη, αυτό δεν ήταν σημαντικός περιορισμός, αφού λίγοι άνθρωποι είχαν υλικό που θα μπορούσε να εμφανίσει περισσότερα χρώματα από αυτά. Για τυπικά σχέδια, σκίτσα, ασπρόμαυρες φωτογραφίες και παρόμοιες χρήσεις, 256 χρώματα είναι ικανοποιητικά ως κανόνας, ακόμα και σήμερα. Για πιο περίπλοκες εικόνες, όπως χρωματιστές φωτογραφίες, όμως, μια μεγάλη απώλεια ποιότητας είναι εμφανής και γι' αυτό αυτός ο τύπος δεν θεωρείται ικανοποιητικός για αυτούς τους σκοπούς.
Μια χρωματική είσοδος στην παλέτα μπορεί να οριστεί να είναι διαφανής. Με διαφάνεια, η εικόνα GIF μπορεί να δείχνει ότι δεν είναι ορθογώνια στο σχήμα. Όμως, ημιδιαφάνεια, όπως στο PNG δεν είναι δυνατή. Ένα εικονοστοιχείο μπορεί να είναι μόνο είτε ολότελα ορατό είτε ολότελα διαφανές.
Η πρώτη έκδοση του GIF ήταν η 87a. Στα 1989, η CompuServe δημοσίευσε μια επεκταμένη έκδοση, αποκαλούμενη 89a. Μεταξύ άλλων πραγμάτων, αυτή έκανε δυνατή την αποθήκευση πολλών εικόνων σε ένα αρχείο GIF, που ειδικά χρησιμοποιήθηκε για απλά κινούμενα σχέδια. Ο αριθμός της έκδοσης μπορεί να διακριθεί από τις πρώτες 6 ψηφιολέξεις ενός αρχείου GIF. Ερμηνεύτηκαν ως σύμβολα ASCII, είναι «GIF87a» ή «GIF89a».
Το σχέδιο GNU ξεκίνησε το 1983 από τον Richard Stallman με σκοπό την ανάπτυξη ενός πλήρως ελεύθερου λειτουργικού συστήματος. Είναι ειδικά γνωστό από τα GNU General Public License (GPL) και GNU/Linux, μια παραλλαγή GNU με πυρήνα Linux.
Το όνομα προήλθε από τις συμβάσεις ονομασίας που εφαρμόζονταν στο MIT, όπου ο Stallman δούλευε τότε. Για προγράμματα που ήταν παρόμοια με άλλα προγράμματα, αναδρομικά ακρωνύμια επιλέγονταν ως ονόματα. Επειδή το νέο σύστημα βασίστηκε στο διαδεδομένο λειτουργικό σύστημα Unix, ο Stallman έψαξε για το είδος του ονόματος και κατέληξε στο GNU, που αντιστοιχεί σε «το GNU δεν είναι Unix». Για αποφυγή σύγχυσης, το όνομα θα πρέπει να προφέρεται με «G», όχι όπως «new». Υπήρχαν πολλοί λόγοι για να γίνει το GNU συμβατό με Unix. Μία αιτία ήταν, ότι ο Stallman ήταν πεπεισμένος ότι οι περισσότερες εταιρείες θα αρνιόντουσαν ένα ολότελα νέο λειτουργικό σύστημα, εάν τα προγράμματα που συνήθισαν δεν τρέχανε σ' αυτό. Επιπρόσθετα, η αρχιτεκτονική του Unix έκανε γρήγορη, εύκολη τη διανεμόμενη ανάπτυξη δυνατή, αφού το Unix αποτελείται από πολλά μικρά προγράμματα που αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα μεταξύ τους, για το μεγαλύτερο μέρος. Επίσης, πολλά μέρη του συστήματος Unix ήταν ελεύθερα διαθέσιμα σε οποιοδήποτε και θα μπορούσε συνεπώς να ενσωματωθεί άμεσα στο GNU, π.χ., το σύστημα typesetting, TeX, ή το σύστημα X Window. Τα ελλείποντα μέρη ήταν γραμμένα εξ αρχής.
Το GIMP (GNU Image Manipulation Program) (GNU πρόγραμμα επεξεργασίας της εικόνας) είναι μια επίσημη εφαρμογή GNU [WKPD-GNU].
HSV είναι ένα χρωματικό πρότυπο που έχει συστατικά για απόχρωση (το χρώμα, όπως γαλάζιο ή κόκκινο), κορεσμό (πόσο δυνατό είναι το χρώμα) και τιμή (τη φωτεινότητα).
Η κατάσταση RGB είναι πολύ καλή για οθόνες υπολογιστή, αλλά δεν μας επιτρέπει να περιγράψουμε τι βλέπουμε στην καθημερινή ζωή· ένα ανοιχτό πράσινο, ένα ανοιχτό ροζ, ένα εκτυφλωτικό κόκκινο, κλ. Το πρότυπο HSV λαμβάνει υπόψη του αυτά τα χαρακτηριστικά. HSV και RGB δεν είναι τελείως ανεξάρτητα μεταξύ τους. Μπορείτε να το δείτε με το εργαλείο επιλογής χρώματος· όταν αλλάζετε ένα χρώμα σε ένα από τα χρωματικά πρότυπα, το άλλο επίσης αλλάζει. Οι γενναίοι μπορούν να διαβάσουν η κατανόηση του GIMP, που εξηγεί την αλληλεξάρτηση.
Σύντομη περιγραφή των συστατικών HSV:
Αυτό το ίδιο είναι το χρώμα, που καταλήγει από ένα συνδυασμό των βασικών χρωμάτων. Όλες οι αποχρώσεις (εκτός από τις στάθμες του γκρι) αναπαριστώνται σε έναν χρωματικό κύκλο: κίτρινο, γαλάζιο και επίσης πορφυρό, πορτοκαλί, κλ. Το εύρος των τιμών του χρωματικού κύκλου (ή «χρωματικού τροχού») είναι μεταξύ 0° και 360°. (Ο όρος «χρώμα» χρησιμοποιείται συχνά αντί για την «απόχρωση». Τα χρώματα RGB είναι «βασικά χρώματα».)
Αυτή η τιμή περιγράφει πόσο χλομό είναι το χρώμα. Ένα ολότελα ακόρεστο χρώμα είναι μια απόχρωση του γκρι. Καθώς ο κορεσμός αυξάνει, το χρώμα γίνεται μια απόχρωση του παστέλ. Ένα ολότελα κορεσμένο χρώμα είναι καθαρό. Οι τιμές κορεσμού πηγαίνουν από 0 μέχρι 100, από άσπρο στο πολύ καθαρό χρώμα.
Αυτή η τιμή περιγράφει τη φωτεινότητα, την φωτεινή ένταση. Είναι το ποσό του φωτός που εκπέμπεται από ένα χρώμα. Μπορείτε να δείτε μια αλλαγή φωτεινότητας όταν ένα χρωματισμένο αντικείμενο μετακινείται από τη σκιά στον ήλιο, ή όταν αυξάνεται τη φωτεινότητα της οθόνης σας. Οι τιμές πάνε από 0 έως 100. Οι τιμές του εικονοστοιχείου στα τρία κανάλια είναι επίσης φωτεινότητες: «τιμή» στο χρωματικό πρότυπο είναι η μέγιστη από τις τρεις βασικές τιμές στο χώρο RGB (κλιμακούμενες από 0-100).
Το IPTC είναι ακρώνυμο για το International Press Telecommunications Council που ανέπτυξε το Information Interchange Model (IIM) για κείμενο, εικόνα και άλλους τύπους μεταδεδομένων μέσων. Δείτε το [IPTC].
JPEG είναι ένας τύπος αρχείου που υποστηρίζει συμπίεση και δουλεύει σε όλα τα χρωματικά βάθη. Η συμπίεση της εικόνας είναι ρυθμίσιμη, αλλά προσοχή μια υπερβολικά μεγάλη συμπίεση θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά την ποιότητα της εικόνας, αφού η συμπίεση JPEG είναι με απώλειες.
Χρησιμοποιείστε JPEG για να δημιουργήσετε γραφικά διαδικτύου ή εάν δεν θέλετε η εικόνα σας να καταλάβει πολύ χώρο. JPEG είναι ένας καλός τύπος για φωτογραφίες και για δημιουργούμενες εικόνες υπολογιστή (CGI). Δεν είναι κατάλληλες για:
ψηφιακά γραμμικά σχέδια (π.χ., στιγμιότυπα ή διανυσματικά γραφικά), όπου υπάρχουν πολλά γειτονικά εικονοστοιχεία με τις ίδιες τιμές χρώματος, λίγα χρώματα και σκληρές άκρες,
Ασπρόμαυρες εικόνες (μόνο μαύρες και άσπρες, ένα δυαδικό ανά εικονοστοιχείο) ή
εικόνες ενδιάμεσου τόνου (εκτύπωση εφημερίδας).
Άλλοι τύποι όπως GIF, PNG ή JBIG, είναι πολύ καλύτεροι για αυτά τα είδη εικόνων.
Γενικά, οι μετασχηματισμοί JPEG δεν είναι αναστρέψιμοι. Άνοιγμα και έπειτα αποθήκευση ενός αρχείου JPEG προκαλεί μια νέα συμπίεση με απώλειες. Αύξηση του συντελεστή ποιότητας αργότερα δεν θα επαναφέρει τις πληροφορίες της εικόνας που χάθηκαν.
Ο εργαστηριακός χρωματικός χώρος (καλούμενος επίσης χρωματικός χώρος L*a*b*) είναι ένα χρωματικό πρότυπο που αναπτύχθηκε στις αρχές του 1930 από την Commission Internationale d`Eclairage (CIE). Περιέχει όλα τα χρώματα που το ανθρώπινο μάτι μπορεί να αντιληφθεί. Αυτός περιέχει τα χρώματα των χρωματικών χώρων RGB και CMYK μεταξύ άλλων. Στο Lab, το χρώμα δείχνεται από τρεις τιμές: L, a και b. Εδώ, το L σημαίνει το συστατικό φωτεινότητα — που αντιστοιχεί στη γκρι τιμή — και a και b αντιπροσωπεύουν τα κόκκινο-πράσινο και γαλάζιο-κίτρινο μέρη του χρώματος, αντίστοιχα.
Σε αντίθεση με τα RGB ή CMYK, το Lab δεν εξαρτάται από τις ποικίλες συσκευές εισόδου και εξόδου. Για αυτό το λόγο, χρησιμοποιείται ως ένας τύπος ανταλλαγής μεταξύ συσκευών. Το Lab είναι επίσης το εσωτερικό χρωματικό πρότυπο του PostScript Level II.
Όλες οι συναρτήσεις που το GIMP και οι επεκτάσεις του κάνουν διαθέσιμες καταχωρούνται στην διαδικασιακή βάση δεδομένων (PDB). Προγραμματιστές μπορούν να αναζητήσουν χρήσιμες προγραμματιστικές πληροφορίες για αυτές τις συναρτήσεις στη PDB χρησιμοποιώντας το Περιηγητής διαδικασίας.
PDF (τύπος φορητού εγγράφου) είναι ένας τύπος αρχείου που αναπτύχθηκε από την Adobe για να αντιμετωπίσει μερικά από τα μειονεκτήματα του PostScript. Το πιο σημαντικό, τα αρχεία PDF τείνουν να είναι πολύ πιο μικρά από τα ισοδύναμα αρχεία PostScript. Όπως με το PostScript, η υποστήριξη του GIMP για την μορφή PDF είναι μέσα από τις ελεύθερες βιβλιοθήκες Ghostscript.
PNG είναι το ακρωνύμιο του «φορητά γραφικά διαδικτύου» (προφέρεται «πινγκ»). Αυτός ο πρόσφατος τύπος προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα και λίγα μειονεκτήματα: δεν είναι με απώλειες και δίνει αρχεία πιο βαθιά από τη μορφή JPEG, αλλά είναι τέλειος για αποθήκευση των εικόνων σας, επειδή μπορείτε να τα αποθηκεύσετε πολλές φορές χωρίς απώλειες δεδομένων κάθε φορά (χρησιμοποιείται για αυτή τη βοήθεια). Υποστηρίζει πραγματικά χρώματα (μερικά εκατομμύρια χρωμάτων), εικόνες από πίνακα χρωμάτων (256 χρώματα όπως GIF) και 256 στάθμες διαφάνειας (ενώ το GIF υποστηρίζει μόνο δύο στάθμες).
Δημιουργημένο από την Adobe, το PostScript είναι μια γλώσσα περιγραφής σελίδας χρησιμοποιούμενη κυρίως από εκτυπωτές και άλλες συσκευές εξόδου. Είναι επίσης ένας θαυμάσιος τρόπος διανομής εγγράφων. Το GIMP δεν υποστηρίζει το PostScript άμεσα: εξαρτάται από ένα ισχυρό πρόγραμμα ελεύθερου λογισμικού που λέγεται Ghostscript.
Η μεγάλη δύναμη του PostScript είναι η ικανότητα του να αναπαριστά διανυσματικά γραφικά —γραμμές, καμπύλες, κείμενα, μονοπάτια, κλ.— ανεξάρτητα από την ανάλυση. Το PostScript δεν είναι, όμως, πολύ αποτελεσματικό όταν πρόκειται να αναπαραστήσει εικονογραφικά γραφικά με βάση το εικονοστοιχείο. Για αυτό το λόγο, το PostScript δεν είναι ένας καλός τύπος για χρήση σε αποθήκευση εικόνων που αργότερα πρόκειται να επεξεργαστούν χρησιμοποιώντας το GIMP ή ένα άλλο πρόγραμμα γραφικών.
Το PSD είναι ο εγγενής τύπος αρχείου του Adobe Photoshop και συνεπώς συγκρίσιμο με το XCF σε περιπλοκότητα. Η ικανότητα του GIMP να χειρίζεται αρχεία PSD είναι εξελιγμένη αλλά περιορισμένη: μερικά χαρακτηριστικά των αρχείων PSD δεν φορτώνονται και μόνο παλιότερες εκδόσεις του PSD υποστηρίζονται. Δυστυχώς, η Adobe έχει κάνει τώρα το Photoshop Software Development Kit — που περιλαμβάνει τις προδιαγραφές των τύπων αρχείων της — ιδιόκτητο και διαθέσιμο μόνο σε ένα περιορισμένο σύνολο προγραμματιστών εγκεκριμένων από την Adobe και δεν συμπεριλαμβάνει την ομάδα ανάπτυξης του GIMP. Η έλλειψη πληροφόρησης κάνει πολύ δύσκολη τη διατήρηση μέχρι σήμερα της υποστήριξης για αρχεία PSD.
RGB είναι ένα χρωματικό πρότυποπου έχει συστατικά για κόκκινο, πράσινο και γαλάζιο. Αυτά τα χρώματα εκπέμπονται από στοιχεία της οθόνης και δεν ανακλώνται καθώς είναι βαμμένα. Το τελικό χρώμα είναι ένας συνδυασμός των τριών βασικών RGB χρωμάτων, με διαφορετικό βαθμό φωτεινότητας. Εάν κοιτάξετε προσεκτικά την οθόνη της τηλεόρασης σας, της οποίας το βήμα είναι μικρότερο από αυτό της οθόνης υπολογιστή, μπορείτε να δείτε τα στοιχεία κόκκινο, πράσινο και γαλάζιο φωτισμένα με διαφορετικές εντάσεις. Το χρωματικό πρότυπο RGB είναι προσθετικό.
Το GIMP χρησιμοποιεί οκτώ δυαδικά ψηφία ανά κανάλι για κάθε βασικό χρώμα. Αυτό σημαίνει 256 διαθέσιμες εντάσεις (τιμές), με αποτέλεσμα 256×256×256 = 16.777.216 χρώματα.
Δεν είναι προφανές γιατί ένας δοσμένος συνδυασμός πρωτογενών χρωμάτων παράγει ένα συγκεκριμένο χρώμα. Γιατί, λόγου χάριν, το 229R+205G+229B παράγει μια απόχρωση του ροζ; Αυτό εξαρτάται από το ανθρώπινο μάτι και μυαλό. Δεν υπάρχει κανένα χρώμα στη φύση, μόνο ένα συνεχές φάσμα μηκών κύματος του φωτός. Υπάρχουν τρία είδη κωνίων στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Το ίδιο μήκος κύματος φωτός ενεργεί πάνω στους τρεις τύπους κωνίων, διεγείρει καθένα τους διαφορετικά και το μυαλό έχει μάθει, μετά από πολλά εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης, να αναγνωρίζει ένα χρώμα από αυτές τις διαφορές.
Είναι εύκολο να δείτε ότι καθόλου φως (0R+0G+0B) παράγει πλήρες σκοτάδι, μαύρο και ότι πλήρες φως (255R+255G+255B) παράγει λευκό. Ίση ένταση σε όλα τα χρωματικά κανάλια παράγει μια στάθμη του γκρι. Γι' αυτό υπάρχουν μόνο 256 στάθμες του γκρι στο GIMP.
Ανάμιξη δύο βασικών χρωμάτων σε κατάσταση RGB δίνει ένα δευτερογενές χρώμα, δηλαδή, ένα χρώμα στο πρότυπο CMY. Έτσι συνδυάζοντας κόκκινο και πράσινο δίνει κίτρινο, πράσινο και γαλάζιο δίνει κυανό, γαλάζιο και κόκκινο δίνει ματζέντα. Μη συγχέετε τα δευτερογενή χρώματα με τα συμπληρωματικά χρώματα που είναι ακριβώς αντίθετα ενός πρωτογενούς χρώματος στο χρωματικό κύκλο:
Είναι σημαντικό να γνωρίζετε τι συμβαίνει όταν διαπραγματεύεστε με χρώματα στο GIMP. Ο πιο σημαντικός κανόνας να θυμόσαστε είναι ότι μειώνοντας την ένταση ενός πρωτογενούς χρώματος καταλήγει σε αύξηση της έντασης του συμπληρωματικού χρώματος (και το αντίστροφο). Αυτό γίνεται επειδή όταν μειώνετε την τιμή ενός καναλιού, για παράδειγμα πράσινου, αυξάνεται αυτόματα τη σχετική σημασία των άλλων δύο, εδώ κόκκινο και γαλάζιο. Ο συνδυασμός αυτών των δύο καναλιών δίνει το δευτερογενές χρώμα, ματζέντα, που είναι συμπληρωματικό χρώμα στο πράσινο.
Το εργαλείο Επιλογέας χρώματος σας επιτρέπει να βρείτε τις τιμές RGB ενός εικονοστοιχείου και τις τριάδες εξάδων για το χρώμα.
SVG σημαίνει κλιμακώσιμα διανυσματικά γραφικά. Είναι ένας τύπος δισδιάστατων διανυσματικών γραφικών, και στατικών και κινούμενων. Μπορείτε να εξάγετε τα μονοπάτια GIMP σε SVG και μπορείτε να εισάγετε έγγραφα SVG σε GIMP από διανυσματικό γραφικό λογισμικό. Δείτε [WKPD-SVG] για περισσότερες λεπτομέρειες.
TGA (TARGA Image File) είναι ένας τύπος αρχείου που υποστηρίζει 8, 16, 24 ή 32 δυαδικά ψηφία ανά εικονοστοιχείο και επιλεκτικά συμπίεση RLE. Αρχικά αναπτύχθηκε από την εταιρεία Truevision. «TGA» σημαίνει προσαρμογέας γραφικών Truevision και «TARGA» σημαίνει προσαρμογέας γραφικών προχωρημένων εικονογραφιών Truevision.
TIFF (Tagged Image File Format) είναι ένας τύπος αρχείου που αναπτύχθηκε κυρίως για σαρωμένα εικονογραφικά γραφικά για διαχωρισμό χρώματος. Έξι διαφορετικές ρουτίνες κωδικοποίησης υποστηρίζονται, καθεμιά τους με μία από τρεις διαφορετικές καταστάσεις εικόνας: ασπρόμαυρη, κλίμακα του γκρι και χρώμα. Ασυμπίεστες εικόνες TIFF μπορεί να είναι 1, 4, 8, ή 24 δυαδικά ψηφία ανά εικονοστοιχείο. Οι εικόνες TIFF συμπιέζονται χρησιμοποιώντας τον αλγόριθμο LZW που μπορεί να είναι 6, 8 ή 24 δυαδικά ψηφία ανά εικονοστοιχείο. Πέρα από τη τύπο PostScript, το TIFF είναι ένας από τους πιο σημαντικούς τύπους για προκαταρκτικά στάδια εκτύπωσης. Είναι ένας τύπος αρχείου υψηλής ποιότητας, που είναι τέλειος για εικόνες που θέλετε να εισάγετε από άλλα προγράμματα όπως FrameMaker ή CorelDRAW.
Ένας ενιαίο αναγνωριστικό πόρων (URI) είναι ένα αλφαριθμητικό χαρακτήρων που χρησιμεύει στην ταυτοποίηση μιας αφηρημένης ή φυσικής πηγής. URI χρησιμοποιούνται για την ταυτοποίηση των πηγών στο διαδίκτυο (όπως ιστοσελίδες, ποικίλα αρχεία, κλήσεις υπηρεσιών ιστού και για αποδέκτες ηλεκτρονικής αλληλογραφίας) και χρησιμοποιούνται ειδικά στον παγκόσμιο ιστό.
URL (ενιαίος εντοπιστής πόρων) είναι μια μορφή του Uniform Resource Identifiers (URI). URL ταυτοποιούν μια πηγή με το πρωτογενή μηχανισμό πρόσβασης (συνήθως http ή ftp) και την τοποθεσία της πηγής στο υπολογιστικό διαδίκτυο. Το όνομα του σχήματος URI είναι συνεπώς γενικά παραγόμενο από το διαδικτυακό πρωτόκολλο που χρησιμοποιείται για αυτό. Παραδείγματα διαδικτυακού πρωτοκόλλου είναι http, ftp και mailto.
Αφού τα URL είναι τα πρώτα και πιο κοινά είδη URI, οι όροι χρησιμοποιούνται συχνά ως συνώνυμα.
XCF είναι ένας τύπος αρχείου που είναι ειδικός επειδή είναι ο εγγενής τύπος αρχείου του GIMP: δηλαδή, σχεδιάστηκε ειδικά για να αποθηκεύει όλα τα δεδομένα που έρχονται για τη δημιουργία μιας εικόνας του GIMP. Εξαιτίας αυτού, τα αρχεία XCF ίσως να είναι αρκετά περίπλοκα και υπάρχουν λίγα προγράμματα πέρα από το GIMP που μπορούν να τα διαβάσουν.
Όταν μια εικόνα αποθηκεύεται ως ένα αρχείο XCF, το αρχείο κωδικοποιεί σχεδόν κάθε πληροφορία για την εικόνα: τα δεδομένα εικονοστοιχείου για κάθε στρώση, την τρέχουσα επιλογή, πρόσθετα κανάλια εάν υπάρχουν, μονοπάτια εάν υπάρχουν και οδηγούς. Το πιο σημαντικό που δεν αποθηκεύεται σε ένα αρχείο XCF είναι το ιστορικό αναιρέσεων.
Τα δεδομένα εικονοστοιχείου σε ένα αρχείο XCF αντιπροσωπεύονται σε μία χωρίς απώλειες συμπιεσμένη μορφή: οι ομάδες ψηφιολέξεων συμπιέζονται χρησιμοποιώντας το χωρίς απώλειες αλγόριθμο RLE. Αυτό σημαίνει ότι ανεξάρτητα από τον αριθμό φορών που φορτώνεται και αποθηκεύεται μια εικόνα χρησιμοποιώντας αυτόν τον τύπο, κανένα εικονοστοιχείο ή άλλο δεδομένο της εικόνας δεν χάνεται ή τροποποιείται λόγω αυτής της μορφής. Τα αρχεία XCF μπορεί να γίνουν πολύ μεγάλα, όμως το GIMP σας επιτρέπει να συμπιέσετε τα ίδια τα αρχεία, χρησιμοποιώντας τις μεθόδους συμπίεσης gzip ή bzip2, που και οι δυο τους είναι γρήγορες, αποτελεσματικές και ελεύθερα διαθέσιμες. Συμπιέζοντας ένα αρχείο XCF θα το συρρικνώσει συχνά κατά ένα συντελεστή 10 ή περισσότερο.
Οι προγραμματιστές του GIMP έκαναν μια μεγάλη προσπάθεια να κρατήσουν τον τύπο αρχείου XCF συμβατό στις διάφορες εκδόσεις. Εάν δημιουργήσετε ένα αρχείο χρησιμοποιώντας το GIMP 2.0, θα πρέπει να είναι δυνατό να ανοίξετε το αρχείο στο GIMP 1.2. Όμως, μερικές από τις πληροφορίες στο αρχείο ίσως να μην είναι χρησιμοποιήσιμες: για παράδειγμα, το GIMP 2.0 έχει έναν πολύ πιο εξελιγμένο τρόπο χειρισμού του κειμένου από το GIMP 1.2, έτσι μια στρώση κειμένου από ένα αρχείο XCF του GIMP 2.0 θα εμφανιστεί ως μια κανονική στρώση εικόνας, εάν το αρχείο ανοιχθεί στο GIMP 1.2.
Documentation about XCF format can be found at https://developer.gimp.org/core/standards/xcf/.
Το XMP είναι ακρώνυμο για Extensible Metadata Platform. Είναι μορφή μεταδεδομένων με βάση XML που χρησιμοποιείται σε PDF και φωτογραφίες. Δείτε το [XMP] για λεπτομερή εξήγηση.
YCbCr είναι ένα χρωματικό πρότυπο που αναπτύχθηκε για το πρότυπο τηλεόρασης PAL ως μια απλή τροποποίηση στο χρωματικό πρότυπο YUV. Στο μεταξύ, έγινε το πρότυπο CCIR-601 για την εγγραφή εικόνας και βίντεο. Π.χ., χρησιμοποιείται για εικόνες JPEG και βίντεο MPEG και συνεπώς σε DVD, βίντεο CD και για τα περισσότερα άλλα διαδεδομένα πρότυπα ψηφιακού βίντεο. Σημειώστε ότι το χρωματικό πρότυπο δεν είναι ακόμα ένας χρωματικός χώρος, αφού δεν προσδιορίζει ποια χρώματα σημαίνουν στη πραγματικότητα «κόκκινο», «πράσινο» και «γαλάζιο». Για ένα χρωματικό χώρο, πρέπει να υπάρχει ακόμα μια αναφορά σε ειδική απόλυτη χρωματική τιμή.
Υπάρχουν χρωματικά πρότυπα που δεν εκφράζουν ένα χρώμα με τα προσθετικά βασικά χρώματα, κόκκινο, πράσινο και γαλάζιο (RGB), αλλά με άλλες ιδιότητες, π.χ., το πρότυπο φωτεινότητας - χρώματος. Εδώ, τα κριτήρια είναι η βασική φωτεινότητα των χρωμάτων (από μαύρο, μέσω του γκρι, στο άσπρο), τα χρώματα με την μέγιστη αναλογία (κόκκινο, πορτοκαλί, κίτρινο, πράσινο, γαλάζιο, ιώδες, ή άλλα καθαρά χρώματα που βρίσκονται μεταξύ τους) και ο κορεσμός των χρωμάτων («φανταχτερά» σε χλομά). Αυτό το χρωματικό πρότυπο βασίζεται στην ικανότητα του ματιού να αναγνωρίζει μικρές διαφορές στη φωτεινότητα καλύτερα παρά μικρές χρωματικές διαφορές και να τις αναγνωρίζει καλύτερα από μικρές διαφορές στον κορεσμό. Αυτό κάνει το γκρι κείμενο γραμμένο σε μαύρο υπόβαθρο ευανάγνωστο, αλλά το γαλάζιο κείμενο σε κόκκινο υπόβαθρο πολύ δυσανάγνωστο, ακόμα και με την ίδια βασική φωτεινότητα. Τέτοια χρωματικά πρότυπα λέγονται πρότυπα φωτεινότητας - χρώματος.
The YCbCr model is a slight adaptation of such a brightness-color model. An RGB color value is divided into a basic brightness, Y, and two components, Cb and Cr, where Cb is a measurement of the deviation from gray in the blue direction, or if it is less than 0.5, in the direction of yellow. Cr is the corresponding measurement for the difference in the direction of red or turquoise. This representation uses the peculiarity of the eye of being especially sensitive to green light. That is why most of the information about the proportion of green is in the basic brightness, Y, and only the deviations for the red and blue portions need to be represented. The Y values have twice the resolution of the other two values, Cb and Cr, in most practical applications, such as on DVDs.
Το YUV είναι ένα χρωματικό πρότυπο που χρησιμοποιεί δύο συστατικά για να αναπαραστήσουν τη χρωματική πληροφορία, luma (ένταση του φωτός ανά επιφάνεια) και την χρωματικότητα ή το ποσοστό του χρώματος (χρώμα (chroma)), όπου η χρωματικότητα αποτελείται πάλι από δύο συστατικά. Η ανάπτυξη του χρωματικού προτύπου YUV επίσης πηγαίνει πίσω στην ανάπτυξη της έγχρωμης τηλεόρασης (PAL), όπου αναζητήθηκαν τρόποι για τη μεταφορά της χρωματικής πληροφορίας μαζί με το ασπρόμαυρο σήμα για να επιτευχθεί συμβατότητα προς τα πίσω με παλιές ασπρόμαυρες τηλεοράσεις χωρίς να έχουμε αύξηση του διαθέσιμου εύρους ζώνης μετάδοσης. Από το χρωματικό πρότυπο YUV των τεχνικών της αναλογικής τηλεόρασης, αναπτύχθηκε το χρωματικό πρότυπο YCrCb, που χρησιμοποιείται για τα περισσότερα είδη ψηφιακής εικόνας και συμπίεσης βίντεο. Λαθεμένα, το χρωματικό πρότυπο YUV αναφέρεται επίσης για αυτά τα πεδία, αν και το πρότυπο YCbCr χρησιμοποιείται στην πραγματικότητα. Αυτό συχνά δημιουργεί σύγχυση.
Για τον υπολογισμό των σημάτων φωτεινότητας, τα υποκείμενα δεδομένα RGB ρυθμίζονται πρώτα με τη τιμή γάμα της συσκευής εξόδου και ένα σήμα R'G'B' παίρνεται. Τα τρία ατομικά συστατικά προστίθενται μαζί με διαφορετικές βαρύτητες, για να σχηματίσουν την πληροφορία φωτεινότητας, της οποίας επίσης συναρτήσεις είναι το σήμα VBS (σήμα βάσης ζώνης βίντεο, το ασπρόμαυρο σήμα) για τις παλιές ασπρόμαυρες τηλεοράσεις.
Y=R+G+B
Ο ακριβής υπολογισμός είναι πιο περίπλοκος, όμως, αφού μερικές όψεις της χρωματικής αντίληψης του ανθρώπινου ματιού ληφθούν υπόψη. Π.χ., το πράσινο γίνεται αντιληπτό πιο φωτεινό από το κόκκινο και αυτό πιο φωτεινό από το γαλάζιο. Συνεπώς σε μερικά συστήματα η διόρθωση γάμα του βασικού χρώματος εκτελείται πρώτη.
Τα σήματα χρωμικότητας και τα σήματα χρωματικής διαφοράς επίσης, περιέχουν τη χρωματική πληροφορία. Σχηματίζονται από τη διαφορά του γαλάζιου μείον φωτεινότητα ή του κόκκινου μείον φωτεινότητα.
U=B-Y
V=R-Y
Από τα τρία δημιουργημένα συστατικά, Y, U και V, οι ατομικές αναλογίες χρώματος του βασικού χρώματος μπορούν να υπολογιστούν ξανά αργότερα:
Y + U = Y + ( B - Y ) = Y - Y + B = B
Y + V = Y + ( R - Y ) = Y - Y + R = R
Y - B - R = ( R + G + B ) - B - R = G
Επιπλέον, λόγω της δομής του αμφιβληστροειδή χιτώνα του ανθρώπινου ματιού, καταλήγει οι πληροφορίες φωτεινότητας να αντιλαμβάνονται σε υψηλότερη ανάλυση παρά το χρώμα, έτσι ώστε πολλοί τύποι βασισμένοι στο χρωματικό πρότυπο YUV συμπιέζουν την χρωμικότητα για να αποθηκεύσουν το εύρος ζώνης κατά τη μετάδοση.
Μια τιμή άλφα δείχνει τη διαφάνεια ενός εικονοστοιχείου. Πέρα από τις τιμές του κόκκινου, πράσινου και γαλάζιου, ένα εικονοστοιχείο έχει τιμή άλφα. Όσο πιο μικρή η τιμή άλφα ενός εικονοστοιχείου, τόσο πιο ορατά τα χρώματα από κάτω του. Ένα εικονοστοιχείο με μια τιμή άλφα 0 είναι ολότελα διαφανές. Ένα εικονοστοιχείο με μια τιμή άλφα 255 είναι πλήρως αδιαφανές.
Με κάποια εικόνα τύποι αρχείων, μπορείτε να ορίσετε μόνο ότι ένα εικονοστοιχείο είναι πλήρως διαφανές ή πλήρως αδιαφανές. Άλλοι τύποι αρχείων επιτρέπουν μια μεταβλητή στάθμη διαφάνειας.
Η διαδικασία της άμβλυνσης κάνει μια ομαλή μετάβαση μεταξύ μιας περιοχής και του παρασκηνίου αναμειγνύοντας ήπια τα άκρα των περιοχών.
Στο GIMP, μπορείτε να αμβλύνετε τα άκρα μιας επιλογής. Τα πινέλα μπορούν επίσης να έχουν αμβλυμένα άκρα.
Η φράση "αναφερόμενη-εμφάνιση" αναφέρεται σε εικόνες που μπορούν να εμφανιστούν (είτε άμεσα είτε μέσω διαχείρισης χρωματικής κατατομής ICC) σε συσκευές. Η συσκευή εμφάνισης μπορεί να είναι οθόνη, η τυπωμένη εικόνα σε χαρτί, ή κάποια άλλη τεχνολογία εμφάνισης.
Ανεξάρτητα από την τεχνολογία, όταν εμφανίζεται εικόνα σε συσκευή, αυτή η συσκευή έχει μέγιστη και ελάχιστη φωτεινότητα. Η μέγιστη και η ελάχιστη φωτεινότητα αναφέρονται ως λευκό αναφερόμενης-εμφάνισης και μαύρο αναφερόμενης-εμφάνισης.
Η παραπάνω εξήγηση είναι ελαφρά τροποποιημένο απόσπασμα από το Models for image editing: Display-referred and scene-referred. Αυτό το τροποποιημένο απόσπασμα γράφτηκε και παρατίθεται με άδεια του συγγραφέα, που αδειοδότησε το τροποποιημένο απόσπασμα σύμφωνα με την Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 Unported License.
Όταν αναφερόμαστε σε εικόνες που πάρθηκαν από κάμερα, αναφερόμενη-σκηνή σημαίνει ότι οι εντάσεις των καναλιών των εικόνων RGB είναι αναλογικές με τις εντάσεις στη σκηνή που φωτογραφήθηκε.
To "αναφαρόμενη-σκηνή" δεν είναι το ίδιο με το υψηλό δυναμικό εύρος, επειδή η κάμερα μπορεί να έχει σκοπό χαμηλό δυναμικό εύρος σκηνής όπως μια προβολή ομιχλώδους πρωϊνού. Όμως, η προσθήκη πηγής φωτός σε ληφθέν πλαίσιο (π.χ. την αρχή του φεγγαριού μέσα από τα σύννεφα ή μιας λάμπας του δρόμου) θα μετατρέψει ακόμα και ένα ομιχλώδες πρωινό σε μια σκηνή υψηλού δυναμικού εύρους.
Επειδή τα κύματα φωτός συνδυάζονται γραμμικά, εξ ορισμού μια εικόνα αναφερόμενης-σκηνής (είτε πραγματική, είτε φανταστική) πρέπει να κωδικοποιηθεί γραμμικά για να διατηρήσει τη φύση της αναφερόμενης-σκηνής των δεδομένων.
Αυξανόμενη κατάσταση είναι μια κατάσταση βαψίματος όπου κάθε πινελιά σχεδιάζεται αμέσως πάνω στην ενεργή στρώση. Όταν οριστεί, κάθε πρόσθετη πινελιά του πινέλου αυξάνει το αποτέλεσμα του πινέλου, μέχρι τη μέγιστη αδιαφάνεια του πινέλου.
Εάν η αυξανόμενη κατάσταση δεν οριστεί, οι πινελιές σχεδιάζονται σε μια μνήμη του καμβά, που ύστερα συνδυάζεται με την ενεργή στρώση. Το μέγιστο αποτέλεσμα ενός πινέλου προσδιορίζεται τότε από την αδιαφάνεια και βάφοντας με το πινέλο επανειλημμένα δεν αυξάνει το αποτέλεσμα πέρα από αυτό το όριο.
Οι δύο πιο πάνω εικόνες δημιουργήθηκαν χρησιμοποιώντας ένα πινέλο με διάκενο ορισμένο σε ποσοστό 60. Η εικόνα στα αριστερά δείχνει ένα μη αυξητικό βάψιμο και η εικόνα στα δεξιά δείχνει τη διαφορά με αυξητικό βάψιμο.
Η αυξητική κατάσταση είναι μια επιλογή εργαλείου που μοιράζεται από πολλά εργαλεία πινέλου, εκτός από αυτά που έχουν έναν έλεγχο «αναλογίας», που αυτόματα συνεπάγεται ένα αυξητικό φαινόμενο. Μπορείτε να το ορίσετε επιλέγοντας το πλαίσιο ελέγχου αυξητικό στο διάλογο επιλογών εργαλείου για το εργαλείο (πινέλο, μολύβι και σβήστρα).
Γάμα ή γάμα διόρθωση είναι μια μη γραμμική λειτουργία που χρησιμοποιείται για να κωδικοποιήσει και να αποκωδικοποιήσει τη φωτεινότητα ή τιμές χρώματος σε βίντεο ή σε συστήματα στατικής εικόνας. Χρησιμοποιείται σε πολλούς τύπους συστημάτων εικόνας για να ισιώσει μια καμπύλη απάντηση σήματος σε φως ή έντασης σε σήμα. Π.χ., το φως που εκπέμπεται από έναν CRT δεν είναι γραμμικό αναφορικά με το εισαγόμενο δυναμικό και το δυναμικό από μια ηλεκτρική κάμερα δεν είναι γραμμικό αναφορικά με την ένταση (ισχύ) του φωτός στη σκηνή. Η κωδικοποίηση γάμα βοηθά να απεικονιστούν τα δεδομένα σε ένα συγκεκριμένο γραμμικό τομέα, έτσι ώστε το περιορισμένο εύρος σήματος (ο περιορισμένος αριθμός δυαδικών ψηφίων σε κάθε σήμα RGB) να βελτιστοποιείται καλύτερα διαισθαντικά.
Γάμα χρησιμοποιείται ως ένας εκθέτης (δύναμη) στην εξίσωση διόρθωσης. Η συμπίεση γάμα (όπου γάμα < 1) χρησιμοποιείται για να κωδικοποιήσει γραμμική φωτεινότητα ή τιμές RGB σε χρωματικά σήματα ή ψηφιακές τιμές αρχείου και η γάμα επέκταση (όπου γάμα > 1) είναι η διαδικασία αποκωδικοποίησης και συνήθως συμβαίνει όπου η συνάρτηση ρεύμα προς δυναμικό για έναν CRT (σωλήνα καθοδικών ακτίνων) δεν είναι γραμμική.
Για βίντεο προσωπικού υπολογιστή, οι εικόνες κωδικοποιούνται με μία γάμα περίπου 0,45 και αποκωδικοποιούνται με μια γάμα 2,2. Για τα συστήματα Mac, οι εικόνες τυπικά κωδικοποιούνται με μία γάμα περίπου 0,55 και αποκωδικοποιούνται με μια γάμα 1,8. Ο τυπικός χρωματικός χώρος sRGB που χρησιμοποιείται για τις περισσότερες κάμερες προσωπικούς υπολογιστές και εκτυπωτές δεν χρησιμοποιεί μια απλή εκθετική εξίσωση, αλλά έχει μια τιμή αποκωδικοποίησης γάμα κοντά στο 2,2 στο μεγαλύτερο μέρος της περιοχής.
Για το GIMP, γάμα είναι μια επιλογή που χρησιμοποιείται στην καρτέλα πινέλο του φίλτρου Ιμπρεσιονιστής GIMP και στο φίλτρο Φλόγα. Η προβολή φίλτρων επίσης περιλαμβάνει ένα γάμα φίλτρο. Επίσης δείτε Εργαλεία σταθμών, όπου μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το μεσαίο ολισθητή για να αλλάξετε την τιμή γάμα.
Κανονικά, οι στρώσεις μέσα σε μια ομάδα στρώσεων είναι απομονωμένες από την υπόλοιπη εικόνα -- η ομάδα στρώσεων είναι βασικά μια ξεχωριστή υποεικόνα που ζει μέσα σε μια μεγαλύτερη εικόνα· μπορείτε να συγχωνεύσετε την ομάδα μέσα σε μια μοναδική στρώση, να αντικαταστήσετε την αρχική ομάδα με αυτήν και το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο.
Στα παρακάτω παραδείγματα, τα ονόματα των σχετικών στρώσεων στις εικόνες καθορίζουν την κατάσταση στρώσης, με τη σύνθετη κατάσταση σε παρενθέσεις όπου εφαρμόζεται και την αδιαφάνεια της στρώσης.
Οι ομάδες στρώσεων που χρησιμοποιούν την κατάσταση διέλευσης είναι διαφορετικές: οι στρώσεις μέσα τους «βλέπουν» τις στρώσεις κάτω από την ομάδα και αλληλεπιδρούν με αυτές σύμφωνα με την κατάσταση των στρώσεων τους.
Σε απλές περιπτώσεις, οι ομάδες διέλευσης συμπεριφέρονται σαν να μην υπάρχει ομάδα που να εμπλέκεται.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ομάδα είναι κυρίως ένα οργανωτικό εργαλείο: επιτρέπει την ομαδοποίηση μαζί αρκετών στρώσεων, πετυχαίνοντας κάποιο επιθυμητό αποτέλεσμα και τα διαχειρίζεται ως μονάδα.
Όμως, γενικά, οι ομάδες διέλευσης δεν είναι ισοδύναμες με το να μην υπάρχει καθόλου ομάδα. Παραδείγματος χάρη, όταν η αδιαφάνεια της ομάδας είναι λιγότερο από 100%, οι ομάδες διέλευσης συμπεριφέρονται ακόμα ως μια μοναδική μονάδα, εφαρμόζοντας την αδιαφάνεια στην ομάδα ως σύνολο (όπως θα έκανε μια κανονική ομάδα) παρά σε μεμονωμένες στρώσεις, ενώ επιτρέπει στις στρώσεις της ομάδας να αλληλεπιδρούν με τις στρώσεις του παρασκηνίου.
Συγκρίνετε αυτές τις τρεις εικόνες, που δείχνουν τις ίδιες συστάσεις όπως παραπάνω, με την ομάδα (ή τις μεμονωμένες στρώσεις, στο τελευταίο παράδειγμα) να έχει διαφάνεια 50%. Κατά τη χρήση ομάδων διέλευσης για να ομαδοποιηθούν μαζί αρκετές στρώσεις επιτυγχάνοντας ένα συλλογικό αποτέλεσμα, η αδιαφάνεια της ομάδας επιτρέπει ουσιαστικά τον έλεγχο της «ισχύος» του αποτελέσματος, που δεν μπορεί να επιτευχθεί χρησιμοποιώντας είτε τις κανονικές ομάδες, ή τις μεμονωμένες στρώσεις.
Ένα εικονοστοιχείο είναι μια μονή κουκκίδα, ή «στοιχείο εικόνας» της εικόνας. Μια ορθογώνια εικόνα μπορεί να αποτελείται από χιλιάδες εικονοστοιχεία, που το καθένα αναπαριστά το χρώμα της εικόνας στη δοσμένη θέση. Η τιμή του εικονοστοιχείου τυπικά αποτελείται από πολλά κανάλια, όπως κόκκινο, πράσινο και γαλάζιο συστατικό του χρώματος του και με μερικές φορές άλφα (διαφάνεια).
Εξομάλυνση είναι η διαδικασία της αντιστροφής μιας οδόντωσης, που σημαίνει μείωση των «οδοντώσεων». Η εξομάλυνση παράγει πιο ομαλές καμπύλες ρυθμίζοντας τα όρια μεταξύ του παρασκηνίου και της περιοχής του εικονοστοιχείου που εξομαλύνεται. Γενικά, οι εντάσεις των εικονοστοιχείων ή αδιαφάνειες μεταβάλλονται έτσι ώστε να πετυχαίνεται μια πιο ομαλή μετάβαση στο παρασκήνιο. Με επιλογές, η αδιαφάνεια των άκρων της επιλογής μειώνεται κατάλληλα.
Μια επιλογή αιώρησης (μερικές φορές αποκαλούμενη «αιωρούμενη στρώση») είναι ένας τύπος προσωρινής στρώσης που είναι παρόμοια σε λειτουργία με μια κανονική στρώση, εκτός από το ότι η αιωρούμενη επιλογή πρέπει να αγκυρωθεί πριν να μπορέσετε να συνεχίσετε να δουλεύετε με οποιαδήποτε άλλη στρώση στην εικόνα.
Οι αιωρούμενες επιλογές περιγράφονται στο Τμήμα 4.5, «Αιώρηση».
Στις πρώτες εκδόσεις του GIMP, όταν το GIMP δεν χρησιμοποιούσε στρώσεις, οι αιωρούμενες επιλογές ήταν χρήσιμες για την εκτέλεση λειτουργιών σε ένα περιορισμένο τμήμα μιας εικόνας (τώρα, μπορείτε να το κάνετε αυτό πιο εύκολα με στρώσεις). Τώρα οι αιωρούμενες στρώσεις δεν έχουν πρακτική αξία, αλλά πρέπει να ξέρετε τι πρέπει να κάνετε με αυτές.
Το εφέ μικροκυματισμός (προφέρεται «μουαρέ») είναι ένα αναπάντεχο μοτίβο που εμφανίζεται όταν ένα κανονικό μοτίβο πλεγμάτων ή γραμμών αναμειγνύεται με ένα άλλο κανονικό μοτίβο που τοποθετείται από πάνω του. Αυτό μπορεί να συμβεί, π.χ., εάν σαρώνετε μια εικόνα με μια περιοδική δομή (όπως ένα καρό πουκάμισο ή μια εικόνα ενδιάμεσου τόνου), σαρώνοντας μια ψηφιακή εικόνα, παίρνοντας μια ψηφιακή φωτογραφία ενός περιοδικού μοτίβου ή ακόμα σε μεταξοτυπία.
Αν ανακαλύψετε το πρόβλημα έγκαιρα, η άριστη λύση είναι να μετακινήσετε την αρχική εικόνα λίγο στο σαρωτή ή να αλλάξετε τη γωνία της κάμερας ελαφρά.
Εάν δεν μπορείτε να ξαναδημιουργήσετε το αρχείο της εικόνας, το GIMP προσφέρει μερικά φίλτρα που ίσως σας βοηθήσουν με το πρόβλημα. Για περισσότερες πληροφορίες δείτε τα μη γραμμικά φίλτρα Αποκηλίδωση and Φίλτρο NL (μη γραμμικά) φίλτρα.
Στην επεξεργασία ψηφιακής εικόνας, ένα ιστόγραμμα είναι ένα γράφημα που αναπαριστά τη στατιστική συχνότητα των τιμών του γκρι ή των χρωματικών τιμών σε μια εικόνα. Το ιστόγραμμα μιας εικόνας σας λέει για την συχνότητα των τιμών του γκρι, καθώς και για το εύρος αντίθεσης και φωτεινότητας της εικόνας. Σε μια χρωματιστή εικόνα, μπορείτε να δημιουργήσετε ένα ιστόγραμμα με πληροφορίες για όλα τα δυνατά χρώματα, ή τρία ιστογράμματα για τα ατομικά χρωματικά κανάλια. Το δεύτερο είναι πιο λογικό, αφού οι περισσότερες διαδικασίες βασίζονται σε εικόνες κλίμακας του γκρι και συνεπώς παραπέρα επεξεργασία είναι αμέσως δυνατή.
Μια spline είναι μια καμπύλη που ορίζεται μαθηματικά και έχει ένα σύνολο σημείων ελέγχου. Μια Bézier spline είναι μια κυβική spline που έχει τέσσερα σημεία ελέγχου, όπου το πρώτο και τελευταίο σημείο ελέγχου (κόμβος ή άγκυρα) είναι τα τελικά σημεία της καμπύλης και τα εσωτερικά δύο σημεία ελέγχου (λαβές) προσδιορίζουν την κατεύθυνση της καμπύλης στα τελικά σημεία.
Σε μια μη μαθηματική έννοια, μια spline είναι ένα ευλύγιστο τμήμα ξύλου ή μετάλλου που χρησιμοποιείται για σχεδιαστικές καμπύλες. Χρήση αυτού του τύπου της spline για σχεδίαση καμπυλών χρονολογείται πίσω στην ναυπήγηση, όπου βάρη κρεμιόντουσαν σε splines για να τις λυγίσουν. Τα εξωτερικά σημεία ελέγχου μιας Bézier spline είναι παρόμοια με τις θέσεις, όπου οι splines δένονται κάτω και τα εσωτερικά σημεία ελέγχου είναι όπου βάρη προσαρτώνται για να τροποποιήσουν την καμπύλη.
Bézier splines είναι μόνο ένας τρόπος μαθηματικής αναπαράστασης καμπυλών. Αναπτύχτηκε τη δεκαετία 1960 από τον Pierre Bézier, που δούλευε για τη Renault.
Καμπύλες Bézier χρησιμοποιούνται στο GIMP ως σύνθετα τμήματα των Μονοπατιών.
Η πιο πάνω εικόνα δείχνει μια καμπύλη Bézier. Τα σημεία P0 και P3 είναι σημεία στο μονοπάτι, που δημιουργούνται πατώντας με το ποντίκι. Τα σημεία P1 και P2 είναι λαβές, που δημιουργούνται αυτόματα από το GIMP όταν τεντώνετε τη γραμμή.
Ένα κανάλι αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο συστατικό της εικόνας. Π.χ., τα συστατικά μιας εικόνας RGB είναι τα τρία βασικά χρώματα κόκκινο, πράσινο, γαλάζιο και μερικές φορές διαφάνεια (άλφα).
Κάθε κανάλι σε μια εικόνα αποχρώσεων του γκρι είναι ακριβώς το ίδιο μέγεθος όπως η εικόνα και συνεπώς αποτελείται από τον ίδιο αριθμό εικονοστοιχείων. Κάθε εικονοστοιχείο αυτής της εικόνας αποχρώσεων του γκρι μπορεί να θεωρηθεί ως περιέκτης που μπορεί να γεμίσει με μια τιμή από 0 έως 255. Η ακριβής έννοια αυτής της τιμής εξαρτάται από τον τύπο του καναλιού, π.χ. στο χρωματικό πρότυπο RGB η τιμή στο κανάλι R σημαίνει το ποσό του κόκκινου που προστίθεται στο χρώμα των διάφορων εικονοστοιχείων· στο κανάλι επιλογής, η τιμή υποδηλώνει πόσο δυνατά τα εικονοστοιχεία επιλέγονται και στο κανάλι άλφα οι τιμές υποδηλώνουν πόσο αδιαφανή είναι τα αντίστοιχα εικονοστοιχεία. Δείτε επίσης Κανάλια.
Ένα άλφα κανάλι μιας στρώσης είναι μια εικόνα σε αποχρώσεις του γκρι του ίδιου μεγέθους όπως η στρώση της οποίας αναπαριστά τη διαφάνεια της. Για κάθε εικονοστοιχείο της γκρι στάθμης (μια τιμή μεταξύ 0 και 255) αναπαριστά την τιμή του εικονοστοιχείου άλφα. Ένα κανάλι άλφα μπορεί να κάνει περιοχές της στρώσης να φαίνονται μερικώς διαφανείς. Γι' αυτό η στρώση παρασκηνίου δεν έχει άλφα κανάλι από προεπιλογή.
Το κανάλι άλφα της εικόνας, που εμφανίζεται στο διάλογο καναλιών, μπορεί να θεωρηθεί ως το κανάλι άλφα της τελικής στρώσης, όταν όλες οι στρώσεις έχουν συγχωνευτεί.
Δείτε επίσης Παράδειγμα άλφα καναλιού.
Κβαντισμός είναι η διαδικασία μείωσης του χρώματος σε ένα εικονοστοιχείο σε ένα αριθμό καθορισμένων τιμών ταιριάζοντας το χρώμα στο πιο κοντινό χρώμα στο χρωματολόγιο. Οι τρέχουσες τιμές του εικονοστοιχείου μπορεί να έχουν πολύ περισσότερη ακρίβεια από τις διακριτές στάθμες που μπορούν να εμφανιστούν σε μια ψηφιακή εμφάνιση. Εάν η περιοχή εμφάνισης είναι πολύ μικρή, τότε απότομες αλλαγές στα χρώματα (λανθασμένα περιγράμματα ή δημιουργία λουρίδων) μπορεί να εμφανιστούν όπου η χρωματική ένταση αλλάζει από μία στάθμη σε άλλη. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε εικόνες από ευρετήριο, που έχει 256 ή λιγότερα διακριτά χρώματα.
Ένας τρόπος για μείωση των αποτελεσμάτων του κβαντισμού είναι η χρήση πρόσμειξης. Οι λειτουργίες στο GIMP που εκτελούν πρόσμειξη είναι το εργαλείο ανάμειξης (εάν έχετε ενεργοποιήσει την επιλογή πρόσμειξης) και η εντολή μετατροπή σε εικόνα από ευρετήριο. Όμως, δουλεύουν μόνο σε εικόνες RGB και όχι σε εικόνες από ευρετήριο.
Κινούμενα μυρμήγκια είναι ένας όρος που περιγράφει τη διάστικτη γραμμή που περιβάλλει μια επιλογή. Αυτή η γραμμή είναι κινούμενη, έτσι φαίνεται ως μικρά μυρμήγκια που τρέχουν γύρω το ένα πίσω από το άλλο.
Η κλίμακα του γκρι είναι μια κατάσταση για κωδικοποίηση χρωμάτων μιας εικόνας που περιέχει μόνο άσπρο, μαύρο και αποχρώσεις του γκρι.
When you create a new image, you can choose to create it in Grayscale mode (which you can colorize later, by changing it to RGB mode). You can also change an existing image to grayscale by using the Grayscale, Desaturate, Decompose, Channel Mixer, although not all formats will accept these changes. Although you can create images in Grayscale mode and convert images to it, it is not a color model, in the true sense of the word.
Όπως εξηγήθηκε στο κατάσταση RGB, οι εικόνες 24-bit GIMP μπορούν να έχουν μέχρι 256 στάθμες του γκρι. Εάν αλλάξετε από αποχρώσεις του γκρι σε κατάσταση RGB, η εικόνα σας θα έχει μια δομή RGB με τρία χρωματικά κανάλια, αλλά φυσικά, θα είναι ακόμα γκρι.
Τα αρχεία εικόνων με κλίμακα του γκρι (8-bit) είναι μικρότερα από τα αρχεία RGB.
Αυτός ο όρος αναφέρεται στην καθαρότητα χρώματος. Υποθέστε ότι πρόσθετε χρωστική στη λευκή βαφή. Ο κορεσμός ποικίλει από 0 (λευκό, πλήρως μετριασμένο, πλήρως αραιωμένο) στο 100 (καθαρό χρώμα).
Η κωδικοποίηση καναλιού αναφέρεται στο πόσο γρήγορα η ένταση (πιο σωστό τεχνικά για εικόνες γκρίζας κλίμακας και RGB, η σχετική λαμπρότητα) ενός καναλιού σε μια ψηφιακή εικόνα προχωρά από το σκούρο στο ανοιχτό καθώς οι τιμές καναλιού προχωρούν από 0,0 έως 1,0 κινητής υποδιαστολής (0 έως 255 για ακέραιο 8 δυαδικών, 0 έως 65535 για ακέραιο 16 δυαδικών ψηφίων).
Άλλοι τρόποι αναφοράς στην "κωδικοποίηση καναλιού" περιλαμβάνουν "καμπύλη συστολοδιαστολής", "γάμα" (που τεχνικά δεν είναι σωστό εκτός και η κωδικοποίηση του καναλιού είναι μια ενεργή καμπύλη γάμα), "καμπύλη τονικής αναπαραγωγής" (για συντομία "TRC") και "καμπύλη τονικής απόκρισης" (επίσης για συντομία "TRC").
Η κωδικοποίηση καναλιού γραμμικού φωτός απεικονίζει τον τρόπο συνδυασμού κυμάτων φωτός στον πραγματικό κόσμο. Η κωδικοποίηση καναλιού γραμμικού φωτός αναφέρεται επίσης ως "γάμα=1,0", "γραμμική γάμα" ή απλά "γραμμική".
Οι ομοιόμορφες κωδικοποιήσεις καναλιών διαισθητικά απεικονίζουν τον τρόπο που αποκρίνονται τα μάτια μας στις αλλαγές λαμπρότητας.
Στις διαχειριζόμενες ροές εργασίας χρωματικών κατατομών (προφίλ) ICC, χρησιμοποιούνται συνήθως οι παρακάτω κωδικοποιήσεις καναλιών:
Η καμπύλη συστοδιαστολής LAB, που είναι ακριβώς ομοιόμορφη διαισθητικά.
Η κωδικοποίηση καναλιού γραμμικού φωτός, που φυσικά είναι ακριβώς γραμμική.
Η κωδικοποίηση καναλιού sRGB και η κωδικοποίηση καναλιού "γάμα=2,2", που και οι δυο τους είναι προσεγγιστικά διαισθητικά ομοιόμορφες και προσεγγιστικά ίσες μεταξύ τους.
Η κωδικοποίηση καναλιού "γάμα=1,8", δεν είναι ούτε γραμμική, ούτε προσεγγιστικά διαισθητικά ομοιόμορφη, αν και είναι πιο κοντά στο διαισθητικά ομοιόμορφη παρά γραμμική.
Κοιτώντας στην παραπάνω εικόνα:
Η κωδικοποίηση καναλιού γραμμικού φωτός (πάνω γραμμή) απεικονίζει χαμηλά κύματα φωτός εκεί έξω στον πραγματικό κόσμο.
Η κωδικοποίηση καναλιού sRGB (μεσαία γραμμή) είναι σχεδόν διαισθητικά ομοιόμορφη.
Η κωδικοποίηση καναλιού (κάτω γραμμή) είναι ακριβώς διαισθητικά ομοιόμορφη, που σημαίνει ότι απεικονίζει πώς αποκρίνονται τα μάτια μας στις αλλαγές στη λαμπρότητα.
Στα GIMP 2.10 δύο διαφορετικές κωδικοποιήσεις καναλιών χρησιμοποιούνται εσωτερικά για διάφορες λειτουργίες επεξεργασίας, που είναι "γραμμικό φως" και "διαισθητικά ομοιόμορφο (sRGB)".
Το companding-curves-compared.png που εμφανίζεται παραπάνω είναι ελαφρά τροποποιημένη έκδοση μιας εικόνας από το Completely Painless Programmer's Guide to XYZ, RGB, ICC, xyY, and TRCs , που έχει αδειοδοτηθεί ως Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 Unported License.
Το "λευκό αναφερόμενης-εμφάνισης" (ή για απλότητα "λευκό") σημαίνει το χρώμα RGB κινητής υποδιαστολής (1,0, 1,0, 1,0) και τους ισοδύναμους ακεραίους (255,255,255),(65535,65535,65535), κλπ, για ακέραιο 8 δυαδικών, ακέραιο 16 δυαδικών, κλπ.
Το "λευκό αναφερόμενης-εμφάνισης" έχει την πολύ ειδική σημασία ότι στην επεξεργασία της αναφερόμενης-εμφάνισης δεν υπάρχει το "πιο λαμπρό από το λευκό". Έτσι στην επεξεργασία εικόνας αναφερόμενης-εμφάνισης, όλες οι τιμές καναλιών RGB είναι μικρότερες από ή ίσες με 1,0 και κανένα χρώμα δεν είναι πιο λαμπρό από το "λευκό", (1,0, 1,0, 1,0).
Η παραπάνω εξήγηση είναι ελαφρά τροποποιημένο απόσπασμα από το Models for image editing: Display-referred and scene-referred. Αυτό το τροποποιημένο απόσπασμα γράφτηκε και παρατίθεται με άδεια του συγγραφέα, που αδειοδότησε το τροποποιημένο απόσπασμα σύμφωνα με την Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 Unported License.
Μάσκες καναλιού είναι ένας ειδικός τύπος μάσκας που ορίζει την διαφάνεια της επιλογής. Δείτε Μάσκες για μια λεπτομερή περιγραφή.
Μια μάσκα είναι σαν ένα πέπλο πάνω από μια στρώση (μάσκα στρώσης) ή όλες οι στρώσεις μιας εικόνας (μάσκα επιλογής). Μπορείτε να αφαιρέσετε αυτή τη μάσκα βάφοντας την με λευκό χρώμα και μπορείτε να την συμπληρώσετε βάφοντας με μαύρο χρώμα. Όταν η μάσκα «εφαρμόζεται», τα εικονοστοιχεία χωρίς μάσκα θα παραμείνουν ορατά (τα άλλα θα είναι διαφανή) ή θα επιλεγούν σύμφωνα με τον τύπο της μάσκας.
Υπάρχουν δύο τύποι μάσκας:
Μάσκα στρώσης: Κάθε στρώση μπορεί να έχει τη δικιά της μάσκα. Η μάσκα στρώσης αναπαριστάνει το κανάλι άλφα της στρώσης και σας επιτρέπει να διαχειριστείτε τη διαφάνεια της. Βάφοντας στη μάσκα στρώσης, μπορείτε να κάνετε μέρη της στρώσης αδιαφανή ή διαφανή: βάφοντας με μαύρο κάνει τη στρώση διαφανή, βάφοντας με άσπρο κάνει τη στρώση αδιαφανή και βάφοντας με αποχρώσεις του γκρι κάνει τη στρώση ημιδιαφανή. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε όλα τα εργαλεία βαφής για να βάψετε στη μάσκα. Μπορείτε επίσης να εφαρμόσετε ένα φίλτρο ή αντιγραφή και επικόλληση. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τη μάσκα στρώσης για εφέ μετάβασης, εφέ όγκου, συγχώνευση στοιχείων από άλλη εικόνα, κλ. Δείτε την ενότητα Μάσκα στρώσης για περισσότερες λεπτομέρειες.
Channel Mask, also called Selection Mask: Channel Masks determine the transparency of a selection. By painting on a Channel Mask with white, you remove the mask and increase the selection; with black, you reduce the selection. This procedure lets you create a selection very precisely. You can also save your selections to a Channel Mask with the Save to Channel command. You can retrieve it later by using the «Channel to selection» command from the Channel menu. Channel masks are so important in GIMP that a special type has been implemented: the Quick mask. See the Selection mask section for more details.
Το "μαύρο αναφερόμενης-εμφάνισης" (ή για απλότητα "μαύρο") σημαίνει ότι το χρώμα RGB κινητής υποδιαστολής (0,0, 0,0, 0,0) και τα ισοδύναμά του ακέραια. Αυτό το χρώμα έχει την πολύ ειδική σημασία ότι δεν υπάρχει το "λιγότερο λαμπρό από το λευκό". Έτσι στην επεξεργασία εικόνας αναφερόμενης-εμφάνισης, όλες οι τιμές καναλιών RGB είναι μεγαλύτερες από ή ίσες με 0,0 και κανένα χρώμα δεν είναι λιγότερο λαμπρό από το "μαύρο", (0,0, 0,0, 0,0).
Η παραπάνω εξήγηση είναι ελαφρά τροποποιημένο απόσπασμα από το Models for image editing: Display-referred and scene-referred. Αυτό το τροποποιημένο απόσπασμα γράφτηκε και παρατίθεται με άδεια του συγγραφέα, που αδειοδότησε το τροποποιημένο απόσπασμα σύμφωνα με την Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 Unported License.
Ένα μονοπάτι είναι ένα περίγραμμα που αποτελείται από ευθείες γραμμές, καμπύλες ή και τα δύο. Στο GIMP, χρησιμοποιείται για να σχηματίσει τα όρια μιας επιλογής, ή να βαφτεί για να δημιουργήσει ορατά σημάδια σε μια εικόνα. Εκτός και ένα μονοπάτι βαφτεί, δεν είναι ορατό όταν η εικόνα τυπώνεται και δεν αποθηκεύεται όταν η εικόνα γράφεται σε αρχείο (εκτός και χρησιμοποιείται τύπο XCF).
Δείτε τις ενότητες Έννοιες μονοπατιών και Χρήση μονοπατιών για βασικές πληροφορίες για μονοπάτια και την ενότητα Εργαλείο μονοπατιού για πληροφορίες για δημιουργία και επεξεργασία μονοπατιών. Μπορείτε να διαχειριστείτε τα μονοπάτια στην εικόνα σας με το διάλογο μονοπατιών.
Οδηγοί είναι γραμμές που μπορείτε προσωρινά να εμφανίσετε σε μια εικόνα ενώ δουλεύετε μαζί της. Μπορείτε να εμφανίσετε όσους οδηγούς επιθυμείτε, είτε σε οριζόντια είτε σε κάθετη κατεύθυνση. Αυτές οι γραμμές σας βοηθούν να τοποθετήσετε μια επιλογή ή μια στρώση σε μια εικόνα. Δεν εμφανίζονται όταν η εικόνα εκτυπώνεται.
Για περισσότερες πληροφορίες δείτε Τμήμα 2.2, «Οδηγοί».
Παράσιτο είναι ένα πρόσθετο δεδομένο που μπορεί να γραφεί σε ένα αρχείο XCF. Ένα παράσιτο ταυτοποιείται από το όνομα του και μπορεί να θεωρηθεί ως μια επέκταση σε άλλες πληροφορίες σε ένα αρχείο XCF.
Παράσιτα ενός συστατικού εικόνας μπορούν να διαβαστούν από πρόσθετα του GIMP. Πρόσθετα μπορεί επίσης να ορίσουν τα ονόματα των παρασίτων τους, που αγνοούνται από άλλα πρόσθετα. Παραδείγματα παρασίτων είναι σχόλια, οι επιλογές αποθήκευσης για τους τύπους αρχείων TIFF, JPEG και PNG, η τιμή γάμα με την οποία δημιουργήθηκε η εικόνα και τα δεδομένα EXIF.
Παρεμβολή σημαίνει υπολογισμός ενδιάμεσων τιμών. Όταν, μεγεθύνετε («ψηφιακή εστίαση») ή μετασχηματίζεται αλλιώς (περιστροφή, στρέβλωση ή δίνεται προοπτική) σε ψηφιακή εικόνα, οι διαδικασίες της παρεμβολής χρησιμοποιούνται για να υπολογίσουν τα χρώματα των εικονοστοιχείων στη μετασχηματισμένη εικόνα. Το GIMP προσφέρει τρεις μεθόδους παρεμβολής, που διαφέρουν σε ποιότητα και ταχύτητα. Γενικά, όσο πιο καλή η ποιότητα, τόσο πιο πολύ χρόνο παίρνει η παρεμβολή (δείτε Μέθοδοι παρεμβολής).
Το GIMP χρησιμοποιεί παρεμβολή όταν κλιμακώνετε μια εικόνα, όταν κλιμακώνετε μια στρώση και όταν μετασχηματίζετε μια εικόνα.
Ένα πλακίδιο είναι μέρος μιας εικόνας που το GIMPάνοιξε πρόσφατα. Για να αποφύγει να αποθηκεύσει τη συνολική εικόνα στη μνήμη ταυτόχρονα, το GIMP τη διαιρεί σε μικρότερα κομμάτια. Ένα πλακίδιο είναι συνήθως ένα τετράγωνο 64 x 64 εικονοστοιχεία, αν και τα πλακίδια στις άκρες μιας εικόνας μπορεί να είναι μικρότερα από αυτό.
Οποτεδήποτε, ένα πλακίδιο μπορεί να είναι στην κύρια μνήμη, στην παρατιθέμενη κρυφή μνήμη στο RAM, ή στο δίσκο. Τα πλακίδια που επεξεργάζονται είναι στην κύρια μνήμη. Τα πλακίδια που χρησιμοποιήθηκαν πρόσφατα είναι στη RAM. Όταν η παρατιθέμενη κρυφή μνήμη στη RAM είναι γεμάτη, τα πλακίδια που χρησιμοποιήθηκαν λιγότερο πρόσφατα γράφονται στο δίσκο. Το GIMP μπορεί να ανακαλέσει τα πλακίδια από τη RAM ή το δίσκο, όταν χρειάζονται.
Μην συγχέετε αυτά τα πλακίδια με αυτά στο Φίλτρο πλακιδίου
Επιλεκτικές προεκτάσεις για το GIMP. Τα πρόσθετα είναι εξωτερικά προγράμματα που τρέχουν κάτω από τον έλεγχο της κύριας εφαρμογής του GIMP και παρέχουν ειδικές συναρτήσεις κατ' απαίτηση. Δείτε Τμήμα 1, «Πρόσθετα» για περισσότερες πληροφορίες.
Πρόσμειξη είναι μία τεχνική που χρησιμοποιείται στα γραφικά υπολογιστών για τη δημιουργία μιας ψευδαίσθησης περισσότερων χρωμάτων όταν προβάλλεται μια εικόνα που έχει ένα χαμηλό χρωματικό βάθος. Σε μια εικόνα με πρόσμειξη, τα χρώματα που λείπουν αναπαράγονται με μια συγκεκριμένη διευθέτηση των εικονοστοιχείων στα διαθέσιμα χρώματα. Το ανθρώπινο μάτι αντιλαμβάνεται αυτό ως ένα μείγμα ατομικών χρωμάτων.
Το εργαλείο διαβάθμισης χρησιμοποιεί πρόσμειξη. Μπορείτε επίσης να επιλέξετε να χρησιμοποιήσετε πρόσμειξη όταν μετατρέπετε μια εικόνα σε μορφή από ευρετήριο. Εάν δουλεύετε σε μια εικόνα με χρώματα από ευρετήριο, μερικά εργαλεία (όπως το εργαλείο γεμίσματος μοτίβου) μπορούν επίσης να χρησιμοποιήσουν πρόσμειξη, εάν το σωστό χρώμα δεν είναι διαθέσιμο στο χρωματολόγιο.
The Newsprint filter uses dithering as well. You can use the NL Filter (Non Linear filter) to remove unwanted dithering noise from your image.
Επίσης σημειώστε ότι αν και το GIMP χρησιμοποιεί χρώματα 24 δυαδικών ψηφίων , το σύστημα σας ίσως στην πραγματικότητα να μην είναι ικανό να εμφανίσει τόσα χρώματα. Εάν δεν μπορεί, τότε το λογισμικό στο ενδιάμεσο του GIMP και του συστήματος σας μπορεί επίσης να ανακατεύει χρώματα ενώ τα εμφανίζει.
Δείτε επίσης την καταχώρηση στο γλωσσάρι Floyd-Steinberg πρόσμειξη, που χρησιμοποιείται στο GIMP.
Η πρόσμειξη Floyd-Steinberg είναι μια μέθοδος πρόσμειξης που δημοσιεύτηκε πρώτα το 1976 από τους Robert W. Floyd και Louis Steinberg. Η διαδικασία πρόσμειξης ξεκινά στην άνω αριστερή γωνία της εικόνας. Για κάθε εικονοστοιχείο, το πλησιέστερο διαθέσιμο χρώμα στην παλέτα επιλέγεται και η διαφορά μεταξύ αυτού του χρώματος και του αρχικού χρώματος υπολογίζεται σε κάθε κανάλι RGB. Έπειτα ειδικά κλάσματα αυτών των διαφορών διασπείρονται μεταξύ πολλών γειτονικών εικονοστοιχείων που δεν έχουν ακόμα επισκεφθεί (κάτω και δεξιά από το αρχικό εικονοστοιχείο). Λόγω της σειράς της διαδικασίας, η διαδικασία μπορεί να γίνει σε μονό πέρασμα πάνω από την εικόνα.
Όταν μετατρέπετε μια εικόνα σε κατάσταση από ευρετήριο, μπορείτε να επιλέξετε μεταξύ δύο παραλλαγών της πρόσμειξης Floyd-Steinberg.
Το πρόχειρο είναι μια προσωρινή περιοχή μνήμης που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά δεδομένων μεταξύ εφαρμογών και εγγράφων. Χρησιμοποιείται για αποκοπή, αντιγραφή ή επικόλληση δεδομένων στο GIMP.
Το πρόχειρο υποστηρίζεται ελαφρώς διαφορετικά στα διάφορα λειτουργικά συστήματα. Στο Linux/XFree, το GIMP χρησιμοποιεί το πρόχειρο XFree για κείμενο και το πρόχειρο εσωτερικής εικόνας του GIMP για μεταφορά εικόνων μεταξύ εγγράφων εικόνας. Σε άλλα λειτουργικά συστήματα, το πρόχειρο μπορεί να δουλεύει κάπως διαφορετικά. Δείτε την τεκμηρίωση του GIMP για το λειτουργικό σας σύστημα και περισσότερες πληροφορίες.
Οι βασικές λειτουργίες που παρέχονται από το πρόχειρο είναι «αποκοπή», «αντιγραφή» και «επικόλληση». Αποκοπή σημαίνει ότι το στοιχείο αφαιρείται από το αντικείμενο και αντιγράφεται στο πρόχειρο. Η αντιγραφή αφήνει το στοιχείο στο αντικείμενο και το αντιγράφει στο πρόχειρο. Η επικόλληση αντιγράφει τα περιεχόμενα του προχείρου στο έγγραφο. Το GIMP αποφασίζει έξυπνα για το τι θα επικολληθεί ανάλογα με το στόχο. Εάν ο στόχος είναι ένας καμβάς, η λειτουργία επικόλληση χρησιμοποιεί το πρόχειρο της εικόνας. Εάν ο στόχος είναι ένα πλαίσιο εισόδου κειμένου, η λειτουργία επικόλληση χρησιμοποιεί το πρόχειρο κειμένου.
Μια δεκαεξαδική τριπλέτα είναι ένας τρόπος κωδικοποίησης ενός χρώματος για υπολογιστή. Το σύμβολο «#» δείχνει ότι οι αριθμοί που το ακολουθούν είναι κωδικοποιημένοι στο δεκαεξαδικό. Κάθε χρώμα ορίζεται με δύο δεκαεξαδικά ψηφία που δημιουργεί μια τριπλέτα (τρία ζευγάρια) δεκαεξαδικών τιμών στη μορφή «#rrggbb», όπου «rr» αναπαριστάνει κόκκινο, «gg» αντιπροσωπεύει πράσινο και «bb» αναπαριστάνει γαλάζιο.
Μπορείτε να θεωρήσετε τις στρώσεις ως μια στοίβα διαφανειών που είναι περισσότερο ή λιγότερο διαφανείς. Κάθε στρώση αντιπροσωπεύει μια όψη της εικόνας και η εικόνα είναι το άθροισμα όλων αυτών των όψεων. Η κατώτερη στρώση της στοίβας είναι η στρώση υποβάθρου. Οι στρώσεις πάνω της είναι τα συστατικά του προσκηνίου.
Μπορείτε να δείτε και να διαχειριστείτε τις στρώσεις της εικόνας μέσα από το διάλογος στρώσεων.
Συγχώνευση δείγματος είναι μια επιλογή που μπορείτε να ορίσετε, όταν χρησιμοποιείτε το εργαλείο κάδος γεμίσματος, το εργαλείο επιλογέας χρώματος και ποικίλα εργαλεία επιλογής. Είναι χρήσιμο όταν δουλεύετε σε μια εικόνα με πολλές στρώσεις και η ενεργή στρώση είναι είτε ημιδιαφανής ή έχει κατάσταση στρώσης που δεν έχει οριστεί στο κανονικό. Όταν επισημαίνετε την επιλογή συγχώνευση δείγματος, το χρώμα που χρησιμοποιείτε για τη λειτουργία είναι το σύνθετο χρώμα όλων των ορατών στρώσεων. Όταν η επιλογή συγχώνευση δείγματος δεν είναι σημειωμένη, το χρησιμοποιούμενο χρώμα είναι το χρώμα της ίδιας της ενεργής στρώσης.
Δείτε επίσης το Εργαλείο κλωνοποίησης για τη χρήση του συγχωνευμένου δείγματος στη μη καταστροφική επεξεργασία εικόνων.
Σχεδίαση στόχων είναι τρόποι διαπραγμάτευσης με χρώματα που είναι εκτός Φάσμα παρόντων χρωμάτων στον πηγαίο χώρο που ο χώρος προορισμού είναι αδύνατο να παράξει. Υπάρχουν τέσσερις σχεδιάσεις στόχων που ορίζονται από την ICC:
Αυτός ο σχεδιαστικός στόχος χρησιμοποιείται τυπικά για φωτογραφικό περιεχόμενο. Κλιμακώνει ένα φάσμα για να ταιριάζει σε άλλο, ενώ διατηρεί τη σχετική θέση των χρωμάτων.
Αυτός ο σχεδιαστικός τρόπος χρησιμοποιείται τυπικά για αμιγή χρώματα. Χρώματα που δεν είναι εκτός φάσματος παραμένουν αμετάβλητα. Χρώματα εκτός φάσματος μετατρέπονται σε χρώματα με την ίδια φωτεινότητα, αλλά διαφορετικό κορεσμό, στο τέλος του φάσματος.
Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται τυπικά για επαγγελματικά γραφικά. Ο σχετικός κορεσμός των χρωμάτων συνήθως διατηρείται, αλλά ο φωτισμός συνήθως μεταβάλλεται.
Αυτός ο τύπος απόδοσης χρησιμοποιείται συνήθως στην δοκιμασία. Διατηρεί το λευκό σημείο της εγγενούς συσκευής της αρχικής εικόνας.
Μια σωληνοεικόνα στο GIMP είναι ένας ειδικός τύπος πινέλου που αποτελείται από πολλές εικόνες. Π.χ., θα μπορούσατε να έχετε ένα πινέλο με πατημασιές, που αποτελείται από δύο εικόνες, μια για την αριστερή πατημασιά και μια για τη δεξιά. Ενώ βάφετε με αυτό το πινέλο, μια αριστερή πατημασιά θα εμφανιστεί πρώτη, μετά μια δεξιά πατημασιά, μετά μια αριστερή, κλ. Αυτός ο τύπος πινέλου είναι πολύ ισχυρός.
Μια σωληνοεικόνα μερικές φορές λέγεται και «εικόνα διοχέτευσης» ή «κινούμενο πινέλο». Μια εικόνα σωλήνας εμφανίζεται στο διάλογο πινέλων με ένα μικρό κόκκινο τρίγωνο στην κάτω δεξιά γωνία του εικονιδίου του πινέλου.
Για πληροφορίες που αφορούν τη δημιουργία σωληνοεικόνας, παρακαλώ δείτε Τμήμα 8, «Το πλαίσιο διαλόγου GIH» και Τμήμα 7, «Προσθήκη νέων πινέλων».
Αυτός ο όρος συχνά αναφέρεται στην ένταση του φωτός, τη φωτεινότητα ενός χρώματος. Ποικίλει από 0 (μαύρο) έως 100 (πλήρες φως).
Μια μορφή αρχείου ή τύπος αρχείου είναι η μορφή στην οποία τα δεδομένα του υπολογιστή αποθηκεύονται. Αφού ένα αρχείο αποθηκεύεται από ένα λειτουργικό σύστημα ως μια γραμμική σειρά ψηφιολέξεων, που δεν μπορεί να περιγράψει πολλά είδη πραγματικών δεδομένων με προφανή τρόπο, έχουν αναπτυχθεί συμβάσεις για ερμηνεία των πληροφοριών ως παρουσιάσεων σύνθετων δεδομένων. Όλες οι συμβάσεις για ένα ειδικό «είδος» αρχείου δημιουργούν μια μορφή αρχείου.
Μερικές τυπικές μορφές αρχείου για αποθήκευση εικόνων είναι JPEG, TIFF, PNG και GIF. Η καλύτερη μορφή αρχείου για αποθήκευση μιας εικόνας εξαρτάται από το πώς μια εικόνα πρόκειται να χρησιμοποιηθεί. Π.χ., εάν η εικόνα προορίζεται για το διαδίκτυο, το μέγεθος της εικόνας είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας και εάν η εικόνα πρόκειται να εκτυπωθεί, υψηλή ανάλυση και ποιότητα έχουν μεγαλύτερη σημασία. Δείτε Τύποι μορφών.
Υπερδειγματοληψία είναι μια πιο εξελιγμένη τεχνική εξομάλυνσης, δηλαδή, μια μέθοδος μείωσης των οδοντώσεων και άκρων σκαλοπατιών κατά μήκος μιας κεκλιμένης ή καμπύλης γραμμής. Δείγματα παίρνονται σε πολλές τοποθεσίες μέσα σε κάθε εικονοστοιχείο και ένας μέσος όρος χρώματος υπολογίζεται. Αυτό γίνεται σχεδιάζοντας την εικόνα σε πολύ υψηλότερη ανάλυση από την ανάλυση που εμφανίζεται και έπειτα μειώνοντας την στο επιθυμητό μέγεθος, χρησιμοποιώντας τα επιπρόσθετα εικονοστοιχεία για υπολογισμό. Το αποτέλεσμα είναι μια πιο ομαλή μετάβαση από μια γραμμή εικονοστοιχείων σε άλλη κατά μήκος των άκρων των αντικειμένων.
Η ποιότητα του αποτελέσματος εξαρτάται από τον αριθμό των δειγμάτων. Η υπερδειγματοληψία εκτελείται συχνά σε μια περιοχή 2×16 του αρχικού μεγέθους. Αυξάνει πολύ τον απαιτούμενο χρόνο για σχεδίαση της εικόνας και επίσης τον απαιτούμενο χώρο για αποθήκευση της εικόνας στη μνήμη.
Ένας τρόπος για να μειώσετε τον απαιτούμενο χώρο και το χρόνο είναι η χρήση της προσαρμοσμένης δειγματοληψίας. Αυτή η μέθοδος επωφελείται του γεγονότος ότι πολύ λίγα εικονοστοιχεία είναι στην πραγματικότητα στο όριο του αντικειμένου, έτσι μόνο αυτά τα εικονίδια χρειάζονται για υπερδειγματοληψία. Αρχικά, μόνο λίγα δείγματα παίρνονται μέσα σε ένα εικονοστοιχείο. Εάν τα χρώματα είναι πολύ όμοια μεταξύ τους, μόνο αυτά τα δείγματα χρησιμοποιούνται για να υπολογιστεί το τελικό χρώμα. Εάν όχι, χρησιμοποιούνται περισσότερα δείγματα. Αυτό σημαίνει ότι ο υψηλότερος αριθμός δειγμάτων υπολογίζεται μόνο όταν είναι αναγκαίο, έτσι βελτιώνεται η απόδοση.
With display-referred data you have roughly two and half stops of head room above middle gray and maybe six and a half usable stops below middle gray, at which point the data is too densely packed into too few tonal steps to accurately display differences between solid black and "just barely gray". So at best you have 9 stops of dynamic range, compared to the 20 or more stops of dynamic range you might find in some (certainly not all!) real world scenes.
Η συνηθισμένη λύση για τους περιορισμούς του δυναμικού εύρους των δεδομένων αναφερόμενης-εμφάνισης είναι να επιτρέπει στις τιμές καναλιών να είναι όσο υψηλές χρειάζεται για να κωδικοποιούν τα δεδομένα σκηνής. Αυτό σημαίνει να επιτρέπει τις τιμές καναλιού που είναι πάνω από το λευκό αναφερόμενης-εμφάνισης.
Αρκετές μορφές αρχείων που υποστηρίζονται τώρα από το GIMP 2.10 μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εισάγουν και να εξάγουν εικόνες υψηλού δυναμικού εύρους, συμπεριλαμβανομένων των tiffs, OpenEXR και FITS κινητής υποδιαστολής.
Κατά την εργασία με δεδομένα υψηλού δυναμικού εύρους στο GIMP 2.10, η κωδικοποίηση καναλιού χρειάζεται να είναι γραμμική για να αποφευχθούν παράσιτα γάμα.
Η επεξεργασία δεδομένων υψηλού δυναμικού εύρους απαιτεί να μην υπάρχει κώδικας περιορισμού στην επεξεργασία λειτουργιών και καταστάσεων ανάμειξης. Στην ακρίβεια κινητής υποδιαστολής:
Πολλές (αλλά όχι όλες) οι καταστάσεις ανάμειξης του GIMP 2.10 είναι χωρίς περιορισμό, συμπεριλαμβανομένων των κανονική, προσθετική, αφαιρετική, πολλαπλασιαστική, μόνο άνοιγμα, μόνο σκοτείνιασμα, διαφορά και τις καταστάσεις ανάμειξης LCH και λαμπρότητα. Οι καταστάσεις ανάμειξης όπως οθόνη, απαλό φως και επικάλυψη δεν είναι χωρίς περιορισμούς επειδή αυτές οι λειτουργίες είναι σχεδιασμένες να δουλεύουν με δεδομένα αναφερόμενης-εμφάνισης.
Πολλές λειτουργίες επεξεργασίας του GIMP 2.10 (πάρα πολλές για να αναφερθούν, αλλά βέβαια όχι όλες, όπως κάποιες λειτουργίες επεξεργασίας είναι σχεδιασμένες να λειτουργούν με δεδομένα αναφερόμενης-εμφάνισης) είναι επίσης χωρίς περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων των επιπέδων, της έκθεσης, μετασχηματισμών όπως κλιμάκωσης ή περιστροφής και διάφορες λειτουργίες φίλτρου όπως η θόλωση Γκάους.
Τμήματα της παραπάνω εξήγησης του "υψηλού δυναμικού εύρους" είναι ελαφρά τροποποιημένα αποσπάσματα από το Models for image editing: Display-referred and scene-referred. Αυτά τα αποσπάσματα παρατίθενται με άδεια και τα τροποποιημένα αποσπάσματα αδειοδοτούνται ως Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 Unported License.
Στην αναπαραγωγή χρώματος, συμπεριλαμβάνοντας τα γραφικά υπολογιστή και τη φωτογραφία, το φάσμα, ή χρωματικό φάσμα, είναι ένα βέβαιο πλήρες υποσύνολο χρωμάτων. Η πιο συνηθισμένη χρήση αναφέρεται στο υποσύνολο των χρωμάτων που μπορούν να αναπαραχθούν με ακρίβεια σε μια δεδομένη συνθήκη, όπως σε δοσμένο χρωματικό χώρο ή σε συγκεκριμένη συσκευή εξόδου. Μια άλλη λογική, λιγότερο συχνά χρησιμοποιούμενη αλλά όχι λιγότερο σωστή, αναφέρεται στο πλήρες σύνολο των ευρεθέντων χρωμάτων μέσα σε μια εικόνα σε ένα δεδομένο χρόνο. Σε αυτό το πλαίσιο, ψηφιοποίηση μιας φωτογραφίας, μετατροπή μιας ψηφιοποιημένης εικόνας σε διαφορετικό χρωματικό χώρο, ή εξαγωγή της σε ένα δοσμένο μέσο χρησιμοποιώντας μια συγκεκριμένη συσκευή εξόδου γενικά αλλάζει το φάσμα της, με την έννοια ότι κάποια χρώματα στην αρχική χάνονται κατά την επεξεργασία. [WKPD-ΦΑΣΜΑ]
Χάρτης βάθους είναι μια τεχνική για την εμφάνιση πολύ λεπτομερών αντικειμένων χωρίς την αύξηση της γεωμετρικής περιπλοκότητας των αντικειμένων. Χρησιμοποιείται ειδικά για 3Δ προγράμματα οπτικοποίησης. Το κόλπο είναι να βάλετε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σε μια υφή, με την οποία η σκίαση εμφανίζεται στην επιφάνεια του αντικειμένου.
Χάρτης βάθους είναι μόνο ένας (πολύ αποτελεσματικός) τρόπος προσομοίωσης επιφανειακών ανωμαλιών που δεν περιέχεται στην πραγματικότητα στη γεωμετρία του προτύπου.
Χρωματικό βάθος είναι απλά ο αριθμός των δυαδικών ψηφίων που χρησιμοποιείται για να αναπαραστήσει ένα χρώμα (δυαδικά ανά εικονοστοιχεία : bpp). Υπάρχουν 3 κανάλια για ένα εικονοστοιχείο (για κόκκινο, πράσινο και γαλάζιο). Το GIMP υποστηρίζει 8 δυαδικά ανά κανάλι, που αναφέρεται ως χρώμα οκτώ δυαδικών. Έτσι, το χρωματικό βάθος του GIMP είναι 8*3=24, που επιτρέπει 256*256*256=16,777,216 δυνατά χρώματα (8 δυαδικά ψηφία επιτρέπουν 256 χρώματα).
Ένα χρωματικό πρότυπο είναι ένας τρόπος περιγραφής και ορισμού ενός χρώματος. Ο όρος συχνά χρησιμοποιείται χαλαρά για να αναφέρεται και στο σύστημα χρωματικού χώρου και στον χρωματικό χώρο στον οποίο βασίζεται.
Ένας χρωματικός χώρος είναι ένα σύνολο χρωμάτων που μπορεί να εμφανιστεί ή να αναγνωριστεί από μια συσκευή εισόδου ή εξόδου (όπως σαρωτής, οθόνη, εκτυπωτής κλ.). Τα χρώμα του χρωματικού χώρου ορίζονται ως τιμές σε ένα σύστημα χρωματικού χώρου, που είναι ένα σύστημα συντεταγμένων στο οποίο τα ατομικά χρώματα περιγράφονται από τιμές συντεταγμένων σε ποικίλους άξονες. Λόγω της δομής του ανθρώπινου ματιού, υπάρχουν τρεις άξονες στους χρωματικούς χώρους που στοχεύουν στους ανθρώπινους παρατηρητές. Η πρακτική εφαρμογή αυτού είναι ότι τα χρώματα ορίζονται με τρία συστατικά (με λίγες εξαιρέσεις). Υπάρχουν περίπου 30 με 40 συστήματα χρωματικών χώρων σε χρήση. Μερικά σημαντικά παραδείγματα είναι:
Από την άλλη, το φως έρχεται από τον ήλιο ή άλλες πηγές ακτινοβολίας και διαθλάται από μέσα (νερό, ατμόσφαιρα, γυαλί) και ανακλάται διαχεόμενο ή κατοπτρικά από επιφάνειες.
Από την άλλη, το χρώμα δεν είναι εκεί έξω στον κόσμο με τον ίδιο χειροπιαστό τρόπο που είναι το φως. Το χρώμα είναι μάλλον μέρος του πώς αισθανόμαστε τον κόσμο γύρω μας. Το φως εισέρχεται στα μάτια, επεξεργάζεται από τους υποδοχείς του φωτός (κωνία και ραβδία) και στέλνεται μέσω των οπτικών νεύρων στον εγκέφαλο για παραπέρα επεξεργασία και ερμηνεία.
Το φως ποικίλλει στα μήκη κύματος, που τα μάτια μας και ο εγκέφαλός μας ερμηνεύει ως διαφορετικές αποχρώσεις (κόκκινο, γαλάζια, πράσινα κλπ) και επίσης στην ένταση (γνωστό και ως "λαμπρότητα-luminance"). Έτσι η αντίληψη μας για το χρώμα συντίθεται και από τις πληροφορίες έντασης ("λαμπρότητα") και τις πληροφορίες χρωματικότητας.
Η ονομασία των χρωμάτων μεταφέρει ένα από τα στενά πεδία αντίληψης του χρώματος και σε πιο πλατύ πεδίο πολιτιστικής και γλωσσικής ερμηνείας καθώς και ταξινόμησης χρώματος, και συνεπώς σε ακόμα πιο πλατιές φιλοσοφικές, αισθητικές, θεολογικές και μεταφυσικές σημασίες.
Η παραπάνω ερμηνεία του χρώματος είναι ένα ελαφρά τροποποιημένο απόσπασμα από το Completely Painless Programmer's Guide to XYZ, RGB, ICC, xyY, and TRCs , που έχει αδειοδοτηθεί ως Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 Unported License.
Η κατάσταση χρώματος από ευρετήριο είναι μια κατάσταση για κωδικοποίηση χρωμάτων σε μια εικόνα, όπου σε κάθε εικονοστοιχείο στην εικόνα αποδίδεται ένας αριθμός χρώματος με 8 δυαδικά. Το χρώμα που αντιστοιχεί σε αυτόν τον αριθμό τοποθετείται τότε σε έναν πίνακα (την παλέτα). Αλλαγή ενός χρώματος στην παλέτα αλλάζει όλα τα εικονοστοιχεία που αναφέρονται στο χρώμα αυτής της παλέτας. Αν και μπορείτε να δημιουργήσετε εικόνες στην κατάσταση χρώμα από ευρετήριο και μπορείτε να μετασχηματίσετε εικόνες σε αυτόν, δεν είναι, μιλώντας αυστηρά ένα χρωματικό πρότυπο.
Δείτε επίσης την ενότητα Παλέτα από ευρετήριο και την εντολή Μετατροπή εικόνας σε χρώματα από ευρετήριο.
Από το The Free Online Dictionary of Computing (13 Mar 01) :
bitmap — A data file or structure which corresponds bit for bit with an image displayed on a screen, probably in the same format as it would be stored in the display's video memory or maybe as a device independent bitmap. A bitmap is characterized by the width and height of the image in pixels and the number of bits per pixel which determines the number of shades of gray or colors it can represent. A bitmap representing a colored image (a «pixmap») will usually have pixels with between one and eight bits for each of the red, green, and blue components, though other color encodings are also used. The green component sometimes has more bits than the other two to cater for the human eye's greater discrimination in this component.